Κομ Όμπο

Κομ Όμπο
(Kawm Umb). Πόλη (60.900 κάτ. το 2003) της Άνω Αιγύπτου, στην επαρχία Ασουάν. Είναι χτισμένη στη δεξιά όχθη του Νείλου, 50 χλμ. από την πόλη Ασουάν. Η Κ.Ο. ιδρύθηκε στα χρόνια των Πτολεμαίων με την ονομασία Νουβίτις, σε λόφο που δεσπόζει στην περιοχή (κομ = λόφος). Από το 1893 έγιναν συστηματικές ανασκαφές στην περιοχή. Ο ναός της ελληνιστικής εποχής που σώζεται εκεί ολοκληρώθηκε στα χρόνια της ρωμαιοκρατίας. Η ιδιομορφία του έγκειται στο γεγονός ότι σε αυτόν λατρεύονταν ταυτόχρονα δύο θεοί, ο κροκοδειλόμορφος Σομπέκ και ο γερακόμορφος Χαροέρις. Κοντά στον ναό βρίσκεται και ένας πολύ μικρότερος, αφιερωμένος στη θεά Χατώρ, ενώ σώζονται επίσης ερείπια υδραυλικών εγκαταστάσεων και πολλών οικοδομών.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • Αίγυπτος — I Κράτος της βορειοανατολικής Αφρικής και (σε μικρό μέρος) της δυτικής Ασίας.Συνορεύει στα Δ με τη Λιβύη, στα Ν με το Σουδάν και στα ΒΑ με το Ισραήλ, ενώ βρέχεται στα Β από τη Μεσόγειο θάλασσα και στα Α από την Ερυθρά θάλασσα.Η Α. (αλ… …   Dictionary of Greek

  • ζαχαροκάλαμο — Γένος φυτών της οικογένειας των αγρωστωδών. Περιλαμβάνει δώδεκα είδη των τροπικών και των γειτονικών τους χωρών. Το γνωστό ζ. είναι φυτό ιθαγενές της Κοχινκίνας και της Βεγγάλης και καλλιεργείται σε πολλές θερμές χώρες, κυρίως στην Ινδία, στη… …   Dictionary of Greek

  • Όμβος — Ονομασία αρχαίων αιγυπτιακών πόλεων. Η φαραωνική τους ονομασία ήταν πιθανόν Όμπος. 1. Πόλη κοντά στο σημερινό Λούξορ. Στη νεκρόπολή της βρέθηκαν αξιόλογα ευρήματα. Ανασκάφηκε το 1896 από τον αρχαιολόγο Φ. Πετρί. 2. Πόλη στα δεξιά όχθη του Νείλου …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”